ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι ορεινές και μειονεκτικές περιοχές χαρακτηρίζονται από ένα ιδιόμορφο γεωμορφολογικό περιβάλλον το οποίο επηρεάζει σημαντικά τις συνθήκες της οικονομικής και κοινωνικής τους ανάπτυξης. Οι συνεταιρισμοί, ως επιχειρήσεις βασισμένες στα μέλη τους, έχουν τις ρίζες τους σε αυτές τις τοπικές κοινωνίες και προσπαθούν με τα μέσα που διαθέτουν να βρουν λύσεις στα σημαντικά προβλήματα αυτών των περιοχών. Ωστόσο οι συνεταιρισμοί στην πλειοψηφία τους, με την σημερινή τους μορφή και την πληθώρα των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν μέσα στο έντονο ανταγωνιστικό περιβάλλον στο οποίο καλούνται να δραστηριοποιηθούν, δεν είναι οικονομικά βιώσιμοι. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να στρέψουν την προσοχή τους σε άλλες μορφές συνεργασίας που με τις κατάλληλες προϋποθέσεις μπορούν να τους εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα τους. Αυτές οι εναλλακτικές μορφές συνεργασίας ή συλλογικής επιχειρηματικότητας, διαφέρουν από τους παραδοσιακούς αγροτικούς συνεταιρισμούς ως προς τα με πιο ξεκάθαρο τρόπο ορισμένα ιδιοκτησιακά δικαιώματα των μελών τους, με σκοπό την παροχή επενδυτικών και άλλων κινήτρων προς τους ιδιοκτήτες-μέλη. Στη συνέχεια εξετάζονται αναλυτικότερα οι εναλλακτικές μορφές αγροτικής συλλογικής επιχειρηματικότητας και πως αυτές μπορούν να συμβάλλουν στην επίλυση των προβλημάτων τόσο των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών όσο και των ίδιων των συνεταιρισμών που δραστηριοποιούνται σε αυτές τις περιοχές. Επιπλέον, περιγράφονται επιτυχημένα παραδείγματα αγροτικής συνεταιριστικής επιχειρηματικότητας που δραστηριοποιούνται σε περιοχές με αντίστοιχες ιδιαιτερότητες και έχουν καταφέρει να μετεξελιχθούν σε πιο υγιείς μορφές επιχειρηματικού συνεργατισμού, με ενθαρρυντικά αποτελέσματα για τα μέλη τους, την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων τους και, γενικότερα, την ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας.
Λέξεις κλειδιά: συλλογική επιχειρηματικότητα, συνεταιρισμός, ανταγωνιστικότητα, ορεινές και μειονεκτικές περιοχές.
Λήψη (clicks: 4)
Επιστροφή στα περιεχόμενα του Τόμου 2